Οι γνώμες για την ετυμολογία της λέξης «λαμόγιο» διίστανται. Η πιθανότερη ερμηνεία είναι ότι προέρχεται από το ιταλικό έναρθρο ουσιαστικό «la moglie» (πρφ.: λα μόγιε – μτφ.: η σύζυγος).papatzis3 Όταν κάποιος Ιταλός χαρτοπαίκτης κέρδιζε και ήθελε να φύγει από το τραπέζι για να μη ξαναχάσει, φώναζε δήθεν φοβισμένος, «la moglie, la moglie», (λαμόγιε…), ότι δήθεν, τον έψαχνε η γυναίκα του, έπαιρνε βιαστικά τα χρήματα και έφευγε τρέχοντας (την έκανε λαμόγιο δεν τηρούσε, δηλαδή, τις υποσχέσεις του). Αυτή η σατιρική έκφραση έφτασε στην Ελλάδα, ενώ ξεχάστηκε στην Ιταλία και τη χρησιμοποιούμε για να προσδιορίζουμε τον ασυνεπή και τον μικροαπατεώνα. Με βάση μια άλλη ερμηνεία, η λέξη προέρχεται από την αργκό του Μπουένος Άιρες, το πλουσιότατο «λουνφάρδο» και είναι σκέτο μόγια, που σημαίνει λαδιά, απάτη, πονηριά, εξαπάτηση. Το άρθρο la προστέθηκε αργότερα στα ελληνικά, για να μοιάζει πιο ισπανικό ή ξενόφερτο. Τέλος, σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη, σημαίνει φεύγω, ξεφεύγω, σκαπουλάρω