Σε τιμές που δεν είδαν ούτε τις πολύ καλές εποχές πριν από την κρίση θα προμηθεύονται οι καταναλωτές από τον Οκτώβριο το πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ ήδη η τιμή της βενζίνης υποχώρησε στα επίπεδα του 2009 και διαμορφώθηκε πανελλαδικά στο 1,42 ευρώ το λίτρο και στην Αττική στο 1,35 ευρώ το λίτρο.
Η θετική αυτή εξέλιξη είναι αποτέλεσμα της νέας αποκλιμάκωσης της τιμής του αργού στη διεθνή αγορά, που προκάλεσαν οι ανησυχίες για τις προοπτικές της παγκόσμιας ζήτησης αργού, μετά το ξέσπασμα της χρηματιστηριακής κρίσης στην Κίνα. Η παράλληλη ενίσχυση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου αποτελεί πρόσθετο θετικό παράγοντα διαμόρφωσης των τιμών στην εγχώρια αγορά σε χαμηλά επίπεδα.
Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι οι τιμές των καυσίμων θα κινηθούν πτωτικά μέχρι το τέλος της χρονιάς, καθώς όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν στην παραμονή της τιμής του πετρελαίου στη διεθνή αγορά στα χαμηλά επίπεδα των 46 δολαρίων για το αργό και των 49 με 50 δολαρίων για το μπρεντ, εκτός και αν μεσολαβήσει κάποιο απρόβλεπτο γεγονός.
Στην περίπτωση δε που προχωρήσει η κατάργηση της εξομοίωσης των ΕΦΚ, όπως η απερχόμενη κυβέρνηση είχε δεσμευθεί, η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης αναμένεται με την έναρξη της περιόδου στις 15 Οκτωβρίου να διαμορφωθεί κάτω και από τα 65 λεπτά το λίτρο, στο ήμισυ δηλαδή της τιμής έναρξης της περυσινής περιόδου, που είχε διαμορφωθεί στο 1,25 ευρώ το λίτρο.
Πάντως, ένα μεγάλο ποσοστό της μείωσης από τη διεθνή τιμή της βενζίνης έχει εξανεμιστεί από τους φόρους που αντιπροσωπεύουν το 64% της λιανικής τιμής της βενζίνης και το οποίο μένει αμετάβλητο από τις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών.
Γεγονός είναι ότι πέραν της μείωσης που εξανεμίστηκε από τους φόρους, υπάρχει και ένα ποσοστό πάνω από 2% που… χάθηκε στον δρόμο από το διυλιστήριο μέχρι την αντλία. Τον δικό τους ρόλο σε αυτή τη διαδρομή είχαν τα capital controls που επιβλήθηκαν στις 29 Ιουνίου.
Το “καπέλο”
Η αύξηση των συναλλαγών με πιστωτική κάρτα στα πρατήρια μετέφερε στους καταναλωτές το κόστος προμήθειας, που κυμαίνεται στο 1,5%, ενώ το «καπέλο» συμπεριέλαβε και το κόστος της κεφαλαιακής στενότητας των πρατηριούχων που προέκυψε από την παύση των πιστώσεων από τις εταιρείες εμπορίας, λόγω των capital controls. Αυτή είναι η εξήγηση που δίνουν παράγοντες της αγοράς στην απόκλιση της μείωσης της διυλιστηριακής τιμής με τη λιανική το δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου. Tο διάστημα 3 Ιουλίου έως και 28 Αυγούστου, η τιμή διυλιστηρίου των ΕΛΠΕ, που αποτελεί την τιμή βάσης για τη διαμόρφωση της τιμής στην αντλία, μειώθηκε σε ποσοστό 13% και διαμορφώθηκε (προ ΦΠΑ) από 1,186 ευρώ το λίτρο σε 1,034 ευρώ το λίτρο.
Το ίδιο διάστημα, η μείωση της τιμής στην αντλία (μέση τιμή Αττικής, όπου λειτουργεί ο ανταγωνισμός) μειώθηκε κατά 9%, παρουσιάζοντας απόκλιση 4% από την τιμή διυλιστηρίου. Στον ίδιο πίνακα προκύπτει και μια μεγάλη απόκλιση διυλιστηριακής τιμής έναντι της τιμής Platts αμόλυβδης, με την πρώτη να υποχωρεί το ίδιο διάστημα σε ποσοστό 13% έναντι υποχώρησης 30% της δεύτερης. Κύκλοι των ΕΛΠΕ εξηγούν στην «Κ» ότι η απόκλιση αυτή οφείλεται στους φόρους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 64% της τιμής. Η επίδραση των πρωτογενών παραμέτρων (τιμή platts και ισοτιμία ευρώ δολαρίου) στη διαμόρφωση της διυλιστηριακής τιμής περιορίζεται σε ποσοστό μόλις 36% –εξηγούν– και καταλήγουν ότι με βάση αυτό το ποσοστό η διυλιστηριακή τιμή έχει υποστεί μεγαλύτερη μείωση από την τιμή platts σε ποσοστό 2%.
Οι χαμηλές τιμές αναμένεται, πάντως, να ενισχύσουν περαιτέρω τη ζήτηση στην αγορά καυσίμων, η οποία το β΄ τρίμηνο του έτους σημείωσε αύξηση της τάξης του 6% (1,6 εκατ. τόνους). Ο Ιούλιος ήταν ένας πολύ κακός μήνας για την αγορά, η οποία έχασε το 15% του τζίρου της λόγω της αβεβαιότητας από το δημοψήφισμα και τα capital controls, τις απώλειες, ωστόσο, κάλυψε ο Αύγουστος, η ζήτηση του οποίου μετά το β΄ δεκαπενθήμερο ενισχύθηκε σημαντικά και από το εσωτερικό τουριστικό ρεύμα. Τραγική ήταν η πτώση της ζήτησης τον Ιούλιο στη βιομηχανία (-50%) όπως και στις τεχνικές εταιρείες. Το δίμηνο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου η αγορά αναμένει υποχώρηση της ζήτησης λόγω εκλογών και ΕΝΦΙΑ και στηρίζει τις προσδοκίες της για ανάκαμψη στο τέταρτο τρίμηνο του έτους, στις χαμηλές τιμές του πετρελαίου θέρμανσης.