Συνηθίζουμε στην Ελλάδα να καυτηριάζουμε και να καταγγέλλουμε ακραίες καταστάσεις και μη αποδεκτές συμπεριφορές, μόνο όταν έρχονται στην επικαιρότητα. Δελτία Ειδήσεων, έκτακτες συνδέσεις, εκπομπές κοινωνικού περιεχομένου, δεκάδες άρθρα στις εφημερίδες, μπαράζ σχολίων στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωση και … λίγες ημέρες μετά όλα ξεχνιούνται. Λες και θέματα βίας, αντικοινωνικής συμπεριφοράς, επιθετικότητας και συνολικής εκτροπής έχουν αξία μόνο για τα νούμερα τηλεθέασης, ακροαματικότητας και επισκεψιμότητας.
Το πρόσφατο περιστατικό στο ΕΠΑΛ Θεσσαλονίκης, με το μαθητή να επιτίθεται λεκτικά σε καθηγήτριά του, με σκοπό να του σβήσει την απουσία, έφερε ξανά στο φως τη γύμνια της ελληνικής κοινωνίας, το αδικαιολόγητο μούδιασμα σε ζητήματα που άλλες κοινωνίες έχουν εδώ και χρόνια βρει τον τρόπο να αντιμετωπίζουν, αλλά και την ελαφρότητα με την οποία προσεγγίζει μία μεγάλη μερίδα πολιτών τέτοιου τύπου θέματα.
Η αλήθεια είναι ότι διάβασα πολλές απόψεις και άρθρα στο διαδίκτυο και τις εφημερίδες για το θέμα αυτό. Ο προβληματισμός μου ενισχύθηκε όταν έπεσε η προσοχή μου στα εξής λόγια της κυρίας Τιρικανίδου, Διευθύντριας σε Σχολείο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης:
Στα 9 χρόνια που ασκώ καθήκοντα διευθύντριας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, έχω συμβουλέψει περίπου 50 γονείς μαθητών, να επισκεφθούν ειδικό (κοινωνικό λειτουργό ή ψυχολόγο), προκειμένου να βοηθηθούν τα παιδιά τους. Από αυτούς μόνο δύο ακολούθησαν τη συμβουλή μου. Περίπου 30 γονείς με εξύβρισαν χυδαία και με απείλησαν με αναφορά στην προϊσταμένη αρχή μου. Οι υπόλοιποι 15 απλά διαφώνησαν, γέλασαν ή μου είπαν ότι χρειάζομαι εγώ ψυχολόγο, για την ακρίβεια ψυχίατρο.
Η επιθετικότητα και η αντιδραστική συμπεριφορά των παιδιών αποτελούν ένα μεγάλο μέρος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ψυχολόγοι, οι παιδαγωγοί και φυσικά οι γονείς.
Αν η επιθετικότητα ανήκει στην ανθρώπινη φύση ή είναι αποτέλεσμα κοινωνικών παρεμβάσεων, επίδρασης του περιβάλλοντος και μίμησης προτύπων, μόνο η Επιστήμη επιδιώκει να δώσει απάντηση. Ο Freud από την πλευρά του πάντως, προσπαθώντας να ερμηνεύσει την μανία αλληλοεξόντωσης που έδειξαν οι άνθρωποι κατά το β΄ παγκόσμιο πόλεμο, τροποποίησε την αρχική του θεωρία και υποστήριξε ότι εκτός τη libido, την ορμή της ηδονής, οι πράξεις του ανθρώπου κατευθύνονται και από την ορμή για τη ζωή και για τη διαιώνιση του είδους και στον αντίποδα της υπάρχει η ορμή που μας σπρώχνει προς το θάνατο και την καταστροφή, όχι μόνο των άλλων, αλλά και τη δική μας. Από την άλλη, ας προσθέσουμε την επιρροή της τηλεόρασης, την παρακολούθηση βίαιων & επιθετικών σκηνών μέσω του διαδικτύου, την επίδραση του οικογενειακού και ευρύτερα κοινωνικού περιβάλλοντος και πολλών ακόμη παραγόντων, οι οποίοι συμβάλλουν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα κυρίως των παιδιών.
Μέσα σε όλα αυτά, συνειδητοποίησα ξανά πόσο σημαντικά είναι τα όρια εντός των οποίων πρέπει να μεγαλώνουν τα παιδιά. Όχι γιατί το υποστηρίζουν με θέρμη οι ψυχολόγοι, αλλά γιατί η ίδια η κοινωνία επιβάλλει την τήρηση του μέτρου, για να μπορεί να λειτουργεί. Οι σημερινοί ανήλικοι είναι οι αυριανοί ενήλικοι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η παιδική μας ηλικία και ο τρόπος που μεγαλώνουμε θα μας ακολουθεί για πάντα. Ας μην ξεχνάμε ότι την ώρα που ο μαθητής εξύβριζε την καθηγήτρια, υπήρχαν αρκετοί ακόμη έφηβοι που γελούσαν, βιντεοσκοπούσαν, ανέχονταν. Ο μεγάλος ιστορικός, Σαράντος Καργάκος, πάντως είχε θέσει το δίλημμα «ανοχή ή συνενοχή;» …
Άρθρο: Τάκης Καρβουνιάρης