Δίνοντας στη Χαμένη Γενιά ένα Πρόσωπο και μία Φωνή
Όλοι μιλάνε για την Ελλάδα- οι φλύαρες τάξεις, τα πολιτικά κόμματα, τα μέσα, οι καφετέριες και τα μπαρ είναι γεμάτα. Αλλά μιλάμε άραγε με τον κόσμο στην Ελλάδα; Ακούμε τι λένε ΕΚΕΙΝΟΙ; «Οι Έλληνες», ένα επίθετο που λέγεται εύκολα και είναι συχνά συνοδευόμενο από προκαταλήψεις, στερεότυπα και πατερναλιστικές συμβουλές. Αλλά αυτό συνιστά επί της ουσίας κριτική σε αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την λάθος οικονομική διαχείριση, το νεποτισμό και την ευνοιοκρατία στη χώρα ή απλά «φορτώνει» ένα ολόκληρο έθνος με ενοχή;
Η πιστωτική κρίση που απειλεί όλους εμάς και τις αξίες μας, χτύπησε τη νέα γενιά δυνατότερα. Ωστόσο οι νέοι της νότιας Ευρώπης, όχι μόνο είναι προδομένοι και με το μέλλον τους «κλεμμένο» από αυτούς, αλλά αν τα μέσα αναφερθούν σε αυτούς είναι αποκλειστικά στα πλαίσια μιας στατιστικής (αυτής της ανεργίας των νέων). Δεν έχουν φωνή, πρόσωπο και ισχύ. Το νέο βίντεο του Shantel για το EastWest-Dysi ki Anatoli (EastWest- With a Little Spice of Orient) παρουσιάζει πορτραίτα καθημερινών νέων από την Αθήνα (και κάποιων-λίγων μεγαλύτερων), μερικοί εκ των οποίων είναι μουσικοί που πήραν μέρος στις ηχογραφήσεις. Ο Shantel θέλει να δώσει στη Χαμένη Γενιά πρόσωπο και φωνή.
Ο Shantel έχει ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα. Ο παππούς του ήταν Έλληνας. Ως παιδί συχνά περνούσε χρόνο στην Ελλάδα και έτσι σύναψε ισχυρό δεσμό με τη χώρα. Για χρόνια, έκανε τακτικά περιοδείες στην Ελλάδα είτε με την Bucovina Club Orkestar είτε μόνος του ως DJ. Αυτός ο δεσμός πρόσφατα ισχυροποιήθηκε. Τα τελευταία δύο χρόνια πηγαινοερχόταν σε Φρανκφούρτη και Αθήνα, ανταλλάσσοντας απόψεις με ομοϊδεάτες του, φτιάχνοντας μουσική και γενικότερα πειραματιζόμενος. Στην Αθήνα βρήκε μια νέα γενιά μουσικών και παραγωγών που έχουν γυρίσει την πλάτη τους στο παλιό σύστημα και τον νεποτισμό του καθεστώτος. Η Αθήνα σε αντίθεση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, δεν έχει ομογενοποιηθεί, παραμένει μια πόλη αντιθέσεων, με χώρο για νέες και δημιουργικές ιδέες. Οι νέοι της Αθήνας έχουν καλλιεργήσει μια στάση ζωής που επιβάλλει την ατομική κινητοποίηση: αν θες κάτι να γίνει, κάντο μόνος σου. Ο Shantel δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το mainstream, όπως απέδειξε και έμπρακτα στην αρχή της χιλιετίας, όταν γελοιοποιήθηκε για το «Ρουμανο-Καρπαθο πανκ» (Romanian-Carpathian Punk) του. Όμως αυτό δεν τον ενόχλησε καθόλου. Αντιθέτως, του έδωσε δύναμη, και η διεθνής επιτυχία του, απλώς απέδειξε ότι είχε δίκιο. Το να ακολουθήσει το ίσιο μονοπάτι και να κάνει τα πράγματα με τον «σωστό» τρόπο δεν τον αφορά, καθώς οδηγεί στο φαύλο κύκλο της επανάληψης προκειμένου να μείνει κανείς στα πλαίσια του mainstream. Αντίθετα ο Shantel αναζητά συνεχώς νέους χαρακτήρες, τύπους και μέρη όπου συμβαίνουν στ’ αλήθεια πράγματα. Η εξερεύνηση της ποπ κουλτούρας βασίζεται σε χρόνια εμπειρίας και στην προσωπική του διαίσθηση. Αυτά που ανακαλύπτει μπορεί να είναι φευγαλέα φαινόμενα, στιγμιότυπα, ευτυχείς τυχερές συνεργίες – αλλά τις υφαίνει στις συνθέσεις του προκειμένου να φτιάξει μια ταπετσαρία που αντανακλά το κλίμα της εποχής και παρουσιάζει ένα μουσικό μανιφέστο των καιρών μας.
Στην Αθήνα, βρήκε σύντομα νέα πράγματα που άξιζε να κυνηγήσει περαιτέρω. Όπως συμβαίνει με τους ήχους του Frankfurt Bucovina Club, ανακατεύονται το αναλογικό με το ψηφιακό, το παραδοσιακό με την avant-garde και το ακουστικό με το ηλεκτρονικό. Νέοι καλλιτέχνες, όπως οι Imam Baildi, έσπευσαν να κανονίσουν συνεργασία μαζί του. Ο Shantel αυτή τη φορά δεν ενδιαφερόταν μόνο για την τοπική υποκουλτούρα, που άλλωστε τον γοήτευε πάντα, αλλά αναζήτησε και την Αρετή Κετιμέ με τη μυθική, αιθέρια φωνή της. Η Αρετή έγινε ιδιαίτερα γνωστή όταν δισεκατομμύρια κοινού την παρακολούθησαν, ως έφηβη, να τραγουδά στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004 στην Αθήνα.
Οι δύο καλλιτέχνες συναντήθηκαν και βρήκαν κοινά σημεία. Και οι δύο αγαπούν τη Σμύρνη, την πάλαι ποτέ σημαντικότερη πόλη της Μικράς Ασίας και «γέφυρα» Ανατολής και Δύσης, καθώς και τη μουσική της, που κάποια χρόνια αργότερα «γέννησε» το ρεμπέτικο, το οποίο έχει αποτελέσει μεγάλη πηγή έμπνευσης για τον Shantel. Στην ηχογράφηση ένωσαν τις δυνάμεις τους, η Αρετή Κετιμέ και άλλοι 25 σολίστες παραδοσιακών ελληνικών οργάνων. Το EastWest – Dysi ki Anatoli, έχει ένα Βυζαντινό ανατολικό ήχο που φτάνει στην καρδιά της Ελληνικής μουσικής, παραμένει ωστόσο άκρως χορευτικό.
Έναν αιώνα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο Shantel κατορθώνει με άνεση να χτίσει μια γέφυρα ανάμεσα στην Ελλάδα, τη Μέση Ανατολή και την υπόλοιπη Ευρώπη. Ηλεκτρονικοί ήχοι και ποικίλες μουσικές υφές φλερτάρουν και ενώνονται σε ένα ανεβαστικό συνδυασμό που βρίσκει χώρο για μερικά εντυπωσιακά riffs χάλκινων πνευστών. Υπό την αιγίδα του παραγωγού Shantel, η πολυεπίπεδη ορχήστρα συνδυάζει παραδοσιακά όργανα όπως το ούτι, ο τζουράς, ο μπαγλαμάς και τα λαούτα, την κιθάρα Fender Mustang, το ακορντεόν, το κλαρίνο, το νέι και μια ποικιλία από έγχορδα όργανα, όπως η πολίτικη λύρα, καθώς και το ανατολίτικο σαντούρι και το κανονάκι, μαζί με ένα φορητό υπολογιστή και ένα Linn drum computer. Ο γλυκός ήχος του μπουζουκιού αντικαθίσταται από τη Fender Mustang, και το όλο σύνολο περιλαμβάνει μία ευρεία γκάμα ανατολίτικων ήχων. Το αποτέλεσμα είναι ένας ήχος που θα μπορούσε να ακουστεί οπουδήποτε από την Αθήνα ως τη Βυρηττό. Ο βασικός προβληματισμός του Shantel στο EastWest – Dysi ki Anatoli είναι πώς μπορεί να δημιουργήσει μια παν-ευρωπαϊκή, σύγχρονη μορφή της μουσικής που αγαπά από τα παιδικά του χρόνια. Ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο επεξεργάζεται την παραδοσιακή μουσική δεν είναι νοσταλγικός αλλά προοδευτικός, απελευθερώνοντας μια ολοκαίνουρια μουσική ενέργεια. Το EastWest – Dysi ki Anatoli είναι, κατά κύριο λόγο, η απάντηση στην επικρατούσα διάθεση. Και τι απάντηση!