Ευρείας κλίμακας επίθεση με τη χρήση στρατηγικών βομβαρδιστικών και πυραύλων κρουζ κατά της Συρίας, πραγματποίησαν τα ξημερώματα του Σαββάτου οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία, ως αντίποινα στην επίθεση με χημικά στην ανατολική Γούτα.
Διαφήμιση
Ο στόχος, όπως προκύπτει από το διάγγελμα του Ντόναλντ Τραμπ ήταν διττός: η υποβάθμιση των επιθετικών ικανοτήτων του Μπασάρ αλ Άσαν, που συνάδει με τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι σύμμαχοι προς τη συριακή αντιπολίτευση και η ανάσχεση των δυνάμεων Ιράν που κατέχουν στρατηγικές θέσεις και υποστηρίζουν καταλυτικά τον Άσαντ.
Την έναρξη της επίθεσης, που διήρκεσε περίπου μια ώρα, ανακοίνωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στις 04.00 (ώρα Ελλαδος) σε διάγγελμά του, ενώ οι Δημοκρατικοί κάνουν λόγο για παράνομη πράξη καθώς δεν έχει λάβει έγκριση από τη Γερουσία.
Στο διάγγελμά του ο Ντόναλαντ Τραμπ επέμεινε σε γλώσσα που απέχει από την πολιτική και τη διπλωματία δίνοντας αίσθηση προσωπικού: «Αυτές δεν είναι οι πράξεις ενός ανθρώπου. Είναι το έγκλημα ενός τέρατος».
Διαβάστε Μια εμπλοκή με οπλισμένα μαχητικά στο Αιγαίο
Παράλληλα με την ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ, δημοσιεύματα και μεταδόσεις από τη Συρία επιβεβαίωναν αεροπορικές επιδρομές σε εγκαταστάσεις επιστημονικής έρευνας σε επαρχίες της Δαμασκού και της Χομς. Επιπλέον, αναφέρθηκαν επιθέσεις εναντίον του αεροδρομίου Mezzeh -μία από τις εγκαταστάσεις που συνδέονται με τις κυβερνητικές επιχειρήσεις που στοχεύουν τους αντάρτες στην Ανατολική Γκούτα. Χτυπήματα καταγράφηκαν στην οροσειρά Jabal Qassioun που βρίσκεται περιμετρικά της Δαμασκού, όπου βρίσκονται θέσεις του συριακού πυροβολικού που υποστήριζαν με πυρά την κατάληψη της Ανατολικής Γκούτα.
Η κρατική τηλεόραση ανέφερε επίσης ότι η συριακή κυβέρνηση ενεργοποίησε την αντιπυραυλική αεράμυνά της. Οι στόχοι ήταν ευρύτεροι συγκριτικά με την επίθεση του 2017 στη αεροπορική βάση Shayrat.
Πέραν του άμεσου τακτικού στόχου της υποβάθμισης της ικανότητας της συριακής κυβέρνησης να παραδίδει χημικά όπλα – και της ανανέωσης της συμμαχικής στήριξης στην αντιπολίτευση, – η ομιλία του Ντόανλντ Τραμπ σκιαγράφησε μια ευρύτερη στρατηγική δέσμευση να αντιμετωπίσει την παρουσία του Ιράν στη Συρία.
Τα μηνύματα Μέι και Μακρόν
Η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι και ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επιβεβαίωσαν, με σύντομες γραπτές δηλώσεις τους, τη συμμετοχή των χωρών τους στις επιχειρήσεις.
Αμφότεροι υπογράμμισαν ότι η διεθνής κοινότητα δεν δύναται να επιτρέψει την ατιμώρητη χρήση απαγορευμένων χημικών όπλων, ουσιαστικά συναινώντας στο να γίνουν φυσικό μέρος του πολέμου.
Η κ. Μέι επισήμανε πως οι εξελίξεις δεν άφησαν περιθώρια για εναλλακτικές λύσεις πέραν της βίας, με δεδομένη την επανειλημμένη χρήση χημικών εναντίον αμάχων στη Συρία και τα ρωσικά βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Διευκρίνισε πάντως πως το Λονδίνο δεν επιδιώκει αλλαγή καθεστώτος ούτε θέλει να εμπλακεί στον εμφύλιο πόλεμο, που μαίνεται επί επτά και πλέον χρόνια.
Σε παρόμοια μήκος κύματος κινήθηκε ο κ. Μακρόν, αναφέροντας πως οι επιθέσεις στη Ντούμα παραβίασαν μια «κόκκινη γραμμή». Υποστήριξε δε πως δεν υπάρχουν αμφιβολίες για την ενοχή του καθεστώτος Άσαντ.