Η συνθήκη των Βερσαλλιών, την οποία χρησιμοποίησε ξανά στη σημερινή του ομιλία ο Γιάνης Βαρουφάκης, είναι η συνθήκη ειρήνης, η οποία τερμάτισε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ανάμεσα σε Γαλλία και Γερμανία, δημιουργώντας όμως κατά την άποψη πολλών ιστορικών το έδαφος για να ακολουθήσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος λόγω των τεράστιων οικονομικών αποζημιώσεων που απαιτήθηκαν από τους Γερμανούς.
Μετά από έξι μήνες διαπραγματεύσεων στο Παρίσι, υπεγράφη το 1919 η συνθήκη ως συνέχεια της ανακωχής της 11ης Νοεμβρίου του 1918. Η πιο σημαντική διάταξη της συνθήκης, σύμφωνα με το άρθρο 231 (το επονομαζόμενο «άρθρο της πολεμικής ενοχής») όριζε ότι η Γερμανία ήταν αποκλειστικά υπεύθυνη για όλες τις «απώλειες και ζημίες» που είχαν υποστεί οι Σύμμαχοι στη διάρκεια του πολέμου και έθετε τη βάση των αποζημιώσεων.
Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους συμμάχους άρχισαν στις 18 Ιανουαρίου με τις Γερμανία, Αυστρία, Ουγγαρία και Ρωσία να αποκλείονται από αυτές ενώ στο τέλος έμειναν μόνο Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία και Ηνωμένες Πολιτείες στο τραπέζι των διαβουλεύσεων. Η γερμανική κυβέρνηση έμαθε στις 29 Απριλίου τους όρους της ειρήνης, οι οποίοι εκτός από απώλεια εδαφών, την απώλεια όλων των αποικιών και τον περιορισμό των στρατιωτικών δυνάμεων της Γερμανίας, εμπεριείχαν και το θέμα των αποζημιώσεων. Στη Γερμανία η συνθήκη προκάλεσε σοκ και αισθήματα ταπείνωσης, γιατί πολλοί Γερμανοί θεωρούσαν άδικο να επωμιστεί μόνο η Γερμανία και οι σύμμαχοί της την ευθύνη για την έναρξη του πολέμου. Το αποτέλεσμα ήταν ένας «δυσχερής συμβιβασμός», όπως χαρακτηρίστηκε από τους περισσότερους ιστορικούς της εποχής.
Τα οικονομικά προβλήματα που προέκυψαν λόγω της αποπληρωμής και η γερμανική οργή, θεωρήθηκαν από τους περισσότερους ως η αιτία για να ξεσπάσει ο Β’Παγκόσμιος πόλεμος ενώ κάποιοι άλλοι είχαν αντίθετη άποψη λέγοντας ότι Γαλλία και Βέλγιο επιχειρηματολογούσαν για την άμεση αποκατάσταση των ζημιών ζητώντας να λάβουν προτεραιότητα για τις αποζημιώσεις. Τον Ιανουάριο του 1921 το συνολικό ποσό που αποφασίστηκε από τη Διασυμμαχική Επιτροπή Αποζημιώσεων ορίστηκε στα 269 εκατομμύρια χρυσά μάρκα (2.970 χρυσά μάρκα αντιστοιχούσαν σε ένα γραμμάριο καθαρού χρυσού), περίπου £6.6 δισεκατομμύρια η $32 δισεκατομμύρια. Η Γερμανία θα έπρεπε να πληρώνει μέχρι το 1984. Αργότερα τον ίδιο χρόνο, το ποσό περιορίστηκε στα 132 δισεκατομμύρια μάρκα, όμως παρέμενε αστρονομικό για τους περισσότερους Γερμανούς παρατηρητές.
(Τεράστια διαδήλωση εναντίον της Συνθήκης των Βερσαλλιών, μπροστά στη γερμανική βουλή, το 1919)
Η διεθνής αυτή συνθήκη από της εφαρμογής της, παρά τη σοβαρότητά της ως συνθήκη ειρήνης, κατέστη μία από τις χαρακτηριστικότερες παγκοσμίως. Καμία άλλη συνθήκη ή και απλό διπλωματικό έγγραφο στον κόσμο δεν υπέστη σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα τόσες μεταβολές, αναθεωρήσεις αλλά και αλλοιώσεις όσο αυτή.
Συνέπεια όλων αυτών ήταν το 1938 από την συνθήκη αυτή να ισχύουν ελάχιστοι όροι και ουσιαστικά μόνο όσοι είχαν να κάνουν με τις εδαφικές μεταρρυθμίσεις. Η Γερμανία από το 1938 έως το 1939 παραβίασε όλους τους εναπομείναντες όρους. Το τελευταίο βήμα ήταν η πλήρης ανατροπή της συνθήκης την 1η Σεπτεμβρίου του 1939 με την κήρυξη του πολέμου κατά της Πολωνίας και την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.